- εμβρυοθυλάκιο
- εμβρυοθυλάκιο, το και εμβρυοθύλακος, ο(ανατ.), θυλάκιο γεμάτο υγρά που σχηματίζεται στη μήτρα, στο οποίο αναπτύσσεται το έμβρυο και το οποίο σπάζει στον τοκετό.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.